Περικλής Γιαννόπουλος :Ὁ τραγουδιστής

Περικλής Γιαννόπουλος :Ὁ τραγουδιστής

http://www.elkosmos.gr/megali-pempti-tou-1910-o-periklis-giannopoulos-pernai-stin-athanasia/

Ὁ τραγουδιστής

Ἡ πόλις εἶνε λευκή. Ἡ πόλις εἶνε ὡραία. Ἡ πόλις εἶνε γεμάτη παλάτια. Παραδίσεια στολισμένα κάθονται γύρω της ὅλα τὰ βουνά, νυμφικὰ λάμπουν τὰ μαρμαρένια της παλάτια. Καὶ ὁ Ἥλιος κατάχρυσος περιπατεῖ μόνος εἰς τοὺς ἐρήμους της δρόμους καὶ κλαίει. Κατάκλεισται εἶνε ὅλαι αἱ θύραι, κατάκλειστα εἶνε ὅλα τὰ παράθυρα, ἡ πόλις εἶνε νεκρά. Ἡ πόλις ἄλλοτε ἦτο ὅλο ζωὴ καὶ ἑώρταζε λαμπρὰς ἑορτὰς καὶ ἕνα Κακὸν Πνεῦμα ἐπέρασε καὶ ἐμαρμάρωσε τὴν χαράν. Οἱ ἄνθρωποι εἶνε κλεισμένοι εἰς τὸ σκότος, αἱ ψυχαὶ δεμέναι εἰς σώματα νεκρά.

Ἀλλὰ τώρα τὴν πάμφωτον ἐρημίαν ἕνα ἆσμα ταράζει. Εἶνε ἕνας τραγουδιστής, ἕνας τραγουδιστὴς ποὺ περνᾶ. Ὁ Ἔρως τοῦ ἔδωκε τὴν δύναμιν, ποὺ τίποτε δὲν τὴν νικᾶ, ὁ Ἔρως τοῦ ἔδωκεν ἕνα θαυμάσιον σπαθὶ ποὺ κόβει ὅλα τὰ δεσμά. Ὁ Ἔρως ποὺ ἐρωτεύθη τὴν ὡραίαν πόλιν, ὁ Ἔρως ποὺ ἐρωτεύεται ὅλας τὰς ψυχάς, τὸν ἔστειλλε νὰ ἐξυπνήσῃ τὴν πόλιν, νὰ ἐξυπνήσῃ ὅλας τὰ ψυχάς. Ὁ Τραγουδιστὴς περνᾶ καὶ τραγουδεῖ «ὦ λιγερὸν καὶ κοπτερὸν σπαθί μου», διαμαντένιο σπαθὶ τῆς Εὐμορφιᾶς. Καὶ γελᾷ καὶ περνᾷ τραγουδῶν ἀπὸ ὅλους τοὺς ἐρήμους δρόμους μαζὶ μὲ τὸν Ἥλιον ποὺ κλαίει.

Τραγουδεῖ, τραγουδεῖ καὶ ὅλαι αἱ κλεισμέναι ψυχαὶ εἰς τὰ νεκρὰ σώματα, αἰσθάνονται εἰς τὰ σπλάγχνα των τὰ ἡδονικὰ ἀναταράγματα τῆς ὡραίας Σουλαμίτιδος. Καὶ ὁ Τραγουδιστὴς θὰ τραγουδῇ, θὰ τραγουδῇ, μὲ τὴν ὑψηλοτέραν καὶ γλυκυτέραν του φωνήν, θὰ τραγουδῇ ἕως ὅτου αἱ ψυχαὶ πεταχθοῦν καὶ ἀνοίξουν ὅλας τὰς θύρας, ὅλα τὰ παράθυρα, ἕως ὅτου προβάλλουν ὅλαι ἐρωτευμέναι εἰς τὸ φῶς, διὰ νὰ ἰδοῦν τὸν τραγουδιστήν, ἀλλ᾿ ὁ τραγουδιστὴς δὲν θὰ εἶνε πλέον. Δὲν θὰ εἶνε ὁ τραγουδιστής, ἀλλὰ θὰ εἶνε ὅλαι αἱ ψυχαὶ ξυπνημέναι, ὅλαι αἱ θύραι καὶ τὰ παράθυρα ἀνοικτά, ἀλλὰ θὰ εἶνε ὅλαι αἱ ψυχαὶ ἐλευθερωμέναι, θὰ εἶνε ὅλαι αἱ ψυχαὶ ἐρωτευμέναι, ἐρωτευμέναι εἰς τὸ Φῶς.

Ι. ΑΝΕΜΟΣ

(Ι. Ἄνεμος, «Ὁ τραγουδιστής», «Ὁ Νουμᾶς», ἀρ. 34, 1-5-1903)

The troubadour

The city is white. The city is lovely. The city is full of palaces. Paradisally ornated, all mountains sit around the city, nymphic its marble palaces shine. And gloriously golden, the Sun walks alone on the desolate road and cries. Sealed are all doors, sealed are all windows, the city is dead. The city was once full of life and celebrated glamorous feasts and one evil spirit passed by and petrified/ marbleized joy. People are locked up in the dark, the souls are tied onto dead bodies.

But now the lustrous desolation is disturbed by a chant. It is a troubadour, a troubadour passing by. Eros has given him the power, that invincible vigor, Eros gave him a magnificent sword that cuts all ties. Eros who fell in love with the beautiful city, Eros who falls in love with every soul, sent him to awaken the city, to awaken every soul. The troubadour passes by and sings “Oh my slender, my sharp sword” diamond sword of Pulchritude. And he laughs and passes by singing down all desolate roads with the Sun crying.

He is singing, he is singing, and all souls locked up in dead bodies, feel hedonic chills in their guts, shakes of the Beautiful Soulamitis. And the Troubadour will sing, will sing, with his highest and sweetest voice, he will sing until souls will fly and open all doors, all windows, until they all emerge enamorous to the light, to see the Troubadour, but the Troubadour will be no more. He will not be the Troubadour, but he will be all souls awake, all doors and windows open, but he will be all souls liberated, he will be all souls amorous, enamorous to the Light. 

Ι. WIND (ψευδώνυμον)

Translated by: Ilias Kolokouris

 Σουλαμίτις: Γυναίκα από το Άσμα Ασμάτων