Ναπολέων Λαπαθιώτης: Ἐρινύες

Ναπολέων Λαπαθιώτης: Ἐρινύες

ΕΡΙΝΥΕΣ

Παλιά τραγούδια μακρινά χαμένα από καιρό
Μες σε στιγμές αγγελικές ή μέσα στ’ όνειρό μου,
Τώρα που, εντός μου, τίποτα δεν μένει πια γερό
Το βράδυ που σας θυμηθώ μοιάζει με βράδυ τρόμου^

Κι εσάς που πάντα φύλαγα, για μια παρηγοριά
– Σα μια στερνή και μαγική παρηγοριά δική μου
Σας βλέπω τώρα, ξαφνικά ν’ αλλάζετε θωριά
Και να στε απ’ όλες τις πληγές, η πιο μαρτυρική μου!

Για αυτό, σφαλώντας τη ματιά πηγαίνω να χαθώ.
Μες στους πικρούς σας εμπαιγμούς και μες στις ειρωνείες,
Τώρα που τίποτα γερό δεν έμεινε κι ορθό
– τραγούδια μου Ερινύες!..

Γράφτηκε τον Ιανουάριο του 1941.

ΕΚΑΤΗΣ ΠΑΘΗ 

…Je suis sure qu’ elle est vierge.
Elle a la beaute d’ un vierge…
Qui, elle est vierge. Elle ne s’ est
jamais souillee.

OSCAR WILDE – «SALOME»

…Ἀπόψε πρόβαλε γυμνή, σὰ τέρας, ἡ Σελήνη
κι ἄβυσσος πόθου τὴ δονεῖ:
τὴν εἶδαν ὅλοι ἀπὸ νωρίς, τὶς πόρπες της νὰ λύνει,
σὰ νὰ διψοῦσεν ἡδονή…

Τί νά ῾δε ξάφνου ῾δῶ στὴ γῆ καὶ τόσο τὸ λυμπίστη
πού ῾χουν μὲ πάθος κρεμαστεῖ,
σὰ νά ῾θελαν νὰ λυτρωθοῦν, ἀπ᾿ τὴ παλιὰ τὴν πίστη
κι οἱ δυό της οἱ νεκροὶ μαστοί;

Παρθένα, στείρα καὶ βουβή, ὅμοια μὲ σαλαμάντρα,
στὰ βάθια βράδυα τ᾿ ἀττικά.
πῶς ἔτσι, ἀπόψε, φρένιασε νὰ σμίξει τρελὰ μ᾿ ἄντρα
καὶ φλογερὰ κι ἐκστατικά;

…Τί κι ἂν ἡ νύχτα γέρν᾿ ἀργά, μέσ᾿ τὰ πυκνὰ ἐρέβη
κι ἀλλόκοτα μεθοῦν οἱ ἀνθοί;
Στὴ δύση, ῾κείνη μοναχή, ποὺ κείτεται καὶ ρεύει,
ζητεῖ τοῦ κάκου νὰ εὐφρανθεῖ…

Σημειώσεις:

Κατά την έκδοση Φέξη δημοσιεύτηκε στο «Πανελλήνιον Ημερολόγιον» του 1927. Ο Α. Δικταίος εικάζει ότι γράφτηκε μεταξύ 1922 και 1925.

Το μότο είναι παρμένο από το έργο του Όσκαρ Ουάιλντ «Σαλώμη». Το έργο ανέβηκε το 1896· επειδή ο αγγλικός νόμος της εποχής απαγόρευε την απεικόνιση βιβλικών προσώπων επί σκηνής (οι αγιατολάδες τελικά δεν είναι τόσο καθυστερημένοι όσο νομίζουμε), το έργο αρχικά το έγραψε ο Ουάιλντ στα γαλλικά (Salomé) και το ανέβασε στο Παρίσι. Στους στίχους του μότο μιλάει η Σαλώμη για τη σελήνη και λέει:

— Είμαι σίγουρη πως είναι παρθένα

Έχει την ομορφιά παρθένας

Ναι, είναι παρθένα. 

Δεν σπιλώθηκε ποτέ.

Νάρκισσος

Απόψε αγάπησα τα μάτια μου,
κοιτώντας τα μες στον καθρέφτη:
να ’ταν το φως, που, μες στην κάμαρα, 
τόσο λεπτά κι ανάερα πέφτει;

Nα ’ταν το ρόδο το απριλιάτικο,
που το ’χα βάλει στη γωνία,
να μην το δω να παραδίνεται
στη βραδινή την αγωνία;

Να ’ταν, αλήθεια, το τριαντάφυλλο,
που ξεψυχούσε στο ποτήρι,
– ή κάποιοι πόθοι που με παίδευαν, 
και που είχαν απομείνει στείροι;…

Το ρόδο που ’σβηνε, το πάθος μου,
το παραθύρι που δεν κλείνω, 
– ή μήπως επειδή σε κοίταξαν
τόσο πολύ, το βράδυ εκείνο;

Κατά τον Α. Δικταίο γράφτηκε πριν από το 1930, ενώ συμπεριελήφθη στην έκδοση του 1939.

ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΣΕΛΙΔΑ 16 από εδώ:

http://www-old.lit.auth.gr/panathinaia/panathin_issue325-326_1915.pdf

Γεννήθηκε στην Αθήνα, τη νύχτα προς τα ξημερώματα της 31ης Οκτωβρίου 1888 σε ένα σπίτι της πλατείας Αγίων Θεοδώρων. Ο πατέρας του, Λεωνίδας Λαπαθιώτης (1854-1942), κυπριακής καταγωγής, ήταν μαθηματικός και ανώτατος στρατιωτικός, που διετέλεσε βουλευτής το 1903-1905 και έγινε υπουργός στρατιωτικών το 1909. Η μητέρα του, Βασιλική Παπαδοπούλου, ήταν ανιψιά του Χαρίλαου Τρικούπη. Άρχισε να γράφει ποιήματα από παιδί. Ένα πρωτόλειο έμμετρο δράμα του εκδόθηκε με φροντίδα του πατέρα του. Στα γράμματα εμφανίστηκε επίσημα το 1905, στο περιοδικό Νουμάς. Το 1907 μαζί με άλλους εννιά νεαρούς λογοτέχνες ίδρυσαν το περιοδικό Ηγησώ.

Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών όπου και το 1909 πήρε δίπλωμα νομικής, αλλά ποτέ δεν άσκησε το επάγγελμα. Το φθινόπωρο του 1916, μαζί με τον πατέρα του, εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη και προσχώρησαν στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας. Το πρώτο εξάμηνο του 1917, ο Λαπαθιώτης συνόδεψε τον πατέρα του στην Αίγυπτο για την στρατολόγηση εθελοντών για τον στρατό του κράτους της Θεσσαλονίκης. Στην Αίγυπτο γνώρισε τον Κωνσταντίνο Καβάφη. Κατατάχτηκε στον στρατό ως ανθυπολοχαγός-διερμηνέας, θέση που διατήρησε ως το 1921.

Στην αρχή ο Λαπαθιώτης ήταν υποστηρικτής του Ελευθέριου Βενιζέλου. Μάλιστα, είχε συμμετέχει στο κίνημα της εθνικής άμυνας, όπως και ο πατέρας του.[1]

Από την δεκαετία του ’20 και μετά ήρθε σε επαφή με το κομμουνιστικό κίνημα και στη συνέχεια ενστερνίστηκε τον κομμουνισμό.[2]

Το 1932 και μετά αρθρογραφούσε στο αριστερό περιοδικό «Πρωτοπόροι» το πεζό τραγούδι «Τραγούδι για το ξύπνημα του προλεταριάτου». Το 1943 συνδέθηκε στενά με τους αντάρτες του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, σύμφωνα με καταθέσεις του Τάσου Βουρνά.[3]

Αυτοκτόνησε τη νύχτα της 7ης προς 8η Ιανουαρίου 1944, φτωχός και καταπονημένος από τα ναρκωτικά. Η κηδεία του έγινε με έρανο των φίλων του.

Η οικία Λαπαθιώτη

Ζούσε σε διώροφο νεοκλασικό αρχοντικό κάτω από το λόφο του Στρέφη. Στο σπίτι αυτό έζησε πάνω από 40 χρόνια και εκεί έγραψε το μεγαλύτερο μέρος του ποιητικού έργου του αλλά και αυτοκτόνησε.

Εκτός από ποιήματα, έγραψε επίσης πάνω από 100 πεζογραφήματα, πολλές δεκάδες διηγήματα, καθώς και επιφυλλίδες και κριτικά και αισθητικά κείμενα. Το έργο του βρίσκεται σκορπισμένο σε περιοδικά και εφημερίδες. Η μοναδική του ποιητική συλλογή δημοσιεύτηκε το 1939, ενώ μετά τον θάνατό του, ο Άρης Δικταίος εξέδωσε, το 1964, τα ποιήματά του.

Το κινηματογραφικό έργο Μετέωρο και σκιά (1985) βασίζεται στην ζωή του.